Η πρόσφατη εξέλιξη για την ίδρυση Πολυτεχνικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο
Ιωαννίνων, αλλά και γενικότερα ο τρόπος που υλοποιείται το Σχέδιο «Αθηνά», προκαλούν
ερωτήματα και σκέψεις, που θα θέλαμε να εκθέσουμε δημόσια, γιατί νομίζουμε πως
η κατάφωρη αδικία που συντελείται σε βάρος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων αφορά
ολόκληρη την τοπική κοινωνία, καθώς και
την ελληνική κοινωνία γενικότερα.
Το Σχέδιο «Αθηνά» αναγγέλθηκε με εμφαντικό τρόπο και τόνο από την κυβέρνηση
και εξαρχής δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στον εξορθολογισμό και την αναδιάρθρωση
του Χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Έτσι αποτέλεσε, επανειλημμένα, θέμα
συζήτησης και προβληματισμού της Συνόδου Πρυτάνεων των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών
Ιδρυμάτων, επειδή θεωρήθηκε ότι είναι ζήτημα που απασχολεί γενικότερα την εκπαιδευτική
κοινότητα. Στη συζήτηση, τέθηκαν, κυρίως, ζητήματα πλαισίου αρχών, ζητήματα για
τον τρόπο υλοποίησης του συγκεκριμένου εξορθολογισμού, για την κατεύθυνση που
θα ακολουθούσε, καθώς και για τους στόχους που θα επεδίωκε. Στη συνέχεια, ύστερα
από μία περίοδο υποθέσεων και εικασιών, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου παρουσίασε
στα μέλη της Συνόδου των Πρυτάνεων ένα πλαίσιο αρχών και κανόνων που θα
ακολουθούσε το Υπουργείο για την εφαρμογή του συγκεκριμένου Σχεδίου. Στη
συνάντηση αυτή, πληροφορηθήκαμε από τον Υπουργό ότι θα λαμβάνονταν υπόψη ως
κριτήρια οι κτηριακές εγκαταστάσεις και γενικότερα οι υποδομές των Ιδρυμάτων, ο
αριθμός των φοιτητών, ο αριθμός των μελών Δ.Ε.Π., καθώς και μια σειρά από συναφή
στοιχεία και ανάλογες παραμέτρους. Να σημειώσουμε πως από την αρχή είχε γίνει
σαφές ότι κάποια από τα κριτήρια αυτά είχαν πολλαπλές αναγνώσεις. Έτσι, για
παράδειγμα, δεν μπορούσε να διαγνώσει κάποιος αν τελικά ήταν καλό ή κακό για ένα
Τμήμα να έχει πολλούς ή λίγους φοιτητές ή ακόμη να έχει πολλά ή λίγα μέλη Δ.Ε.Π.
Οι προβληματισμοί που δημιουργήθηκαν, αναφορικά με τα κριτήρια που
παρουσιάστηκαν και τα οποία φαίνονταν ότι δύσκολα θα έδιναν λύση, οδήγησαν, στην ουσία, τον Υπουργό να προτείνει, κατά
την ίδια συνεδρίαση, την πραγματοποίηση κατ’ ιδίαν συναντήσεων, με όλες τις
διοικήσεις των Πανεπιστημίων και των Τ.Ε.Ι. της χώρας, όπως και έγινε, στη
συνέχεια.
Σεβόμενοι τις αρχές του διαλόγου που πραγματοποιήθηκε, ανάμεσα στην πολιτική
ηγεσία του Υπουργείου και τον Πρύτανη με τους Αντιπρυτάνεις του Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων, δεν θα αναφερθούμε αναλυτικά στο περιεχόμενο της συζήτησης, στα
ερωτήματα και τις προτάσεις που παρουσιάστηκαν. Θα επισημάνουμε, ωστόσο, ότι ο
κύριος Υπουργός μίλησε με ιδιαιτέρως θερμά λόγια για το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων,
χαρακτηρίζοντάς το ως ένα Πανεπιστήμιο πρότυπο και ένα Ίδρυμα Αριστείας, που θα
μπορούσε, για πολλούς λόγους, να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση και για άλλα
Ιδρύματα της χώρας.
Η πρώτη ανακοίνωση του Υπουργείου
σχετικά με το Σχέδιο «Αθηνά» περιείχε για το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων σημαντικές
αστοχίες, με κυριότερη, ίσως, την αλλαγή της ονομασίας και του περιεχομένου της
Φιλοσοφικής Σχολής, με την προσθήκη σε αυτήν του Τμήματος «Πλαστικών Τεχνών και
Επιστημών της Τέχνης».
Στο μεταξύ, η Πρυτανεία και η
Σύγκλητος του Πανεπιστημίου, καθώς και το Συμβούλιο του Ιδρύματος, είχαν ήδη
διαμορφώσει την καταληκτική πρόταση του Πανεπιστημίου προς το Υπουργείο, στην
οποία, εκτός από την επαναφορά της ονομασίας και της σύνθεσης της Φιλοσοφικής
Σχολής, την ίδρυση της Σχολής Καλών Τεχνών και της Σχολής Οικονομικών και
Κοινωνικών Επιστημών, το κύριο ζήτημα που ετίθετο ήταν η ίδρυση Πολυτεχνικής
Σχολής, στην οποία θα συμπεριλαμβάνονταν το Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών,
το Τμήμα Πληροφορικής -αφού πρώτα μετονομαζόταν σε Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και
Πληροφορικής- καθώς και το ήδη ιδρυμένο και νομικά υφιστάμενο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Με άλλα λόγια
δεν ετίθετο και δεν τίθεται ούτε τώρα ζήτημα ίδρυσης νέων Τμημάτων και κατά
συνέπεια ούτε ζήτημα διάθεσης επιπλέον προσωπικού και υποδομών, αλλά ένταξης υπαρχόντων
Τμημάτων σε Σχολή. Τα παραπάνω Τμήματα
υπηρετούν ήδη, στην ουσία, τους επιστημονικούς στόχους μιας Πολυτεχνικής
Σχολής, χωρίς οι φοιτητές τους, ωστόσο, να απολαμβάνουν, δυστυχώς, τα αντίστοιχα επαγγελματικά δικαιώματα των
Πολυτεχνικών Σχολών.
Η πρόταση για την ίδρυση Πολυτεχνικής Σχολής είναι απολύτως τεκμηριωμένη.
Κατά τις συζητήσεις που προηγήθηκαν είχε δοθεί η εντύπωση ότι με την πρόταση αυτή
συμφωνούσε και το αρμόδιο Υπουργείο. Τη θερμή υποστήριξή τους προς την παραπάνω
πρόταση προσέφεραν ήδη οι πολιτικές, οι τοπικές, οι επιστημονικές και οι κοινωνικές
αρχές της πόλης και της Ηπείρου.
Είναι σε όλους, ασφαλώς, γνωστές οι αντιδράσεις
που προκάλεσαν οι ανακοινώσεις του Υπουργείου για το Σχέδιο «Αθηνά». Αντιδράσεις
που δυστυχώς δημιούργησαν ένα περιβάλλον σύγχυσης γύρω από το θέμα της
Πολυτεχνικής Σχολής. Σε πολλές περιπτώσεις, είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς
ποιος εκφράζει και ποιος υιοθετεί την κάθε πρόταση, όπως, επίσης, και το τι ακριβώς
καταργείται και τι εξακολουθεί να ισχύει.
Πιστεύουμε, κατά συνέπεια, ότι ένα
οργανωμένο Πανεπιστήμιο, με την παρουσία και το κύρος του Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων, δεν μπορεί παρά να επιμένει στην ακαδημαϊκή αντιμετώπιση του
ζητήματος. Κυρίως, δεν επιτρέπει στον εαυτό του και στις αρχές του να προσχωρήσει
σε διαδικασίες εξωακαδημαϊκών κριτηρίων και σκοπιμοτήτων. Αντιθέτως, η Πολιτεία
οφείλει να σεβαστεί την προσφορά του στην επιστήμη και την κοινωνία και να του δώσει
τη δυνατότητα για ανάπτυξη και περαιτέρω ενίσχυση της παρουσίας του στον
ελλαδικό και διεθνή χώρο, που αποτελεί ανυποχώρητο στόχο του Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων. Είναι προφανές ότι στην επίτευξη του στόχου αυτού θεωρούμε απαραίτητη
και ουσιαστική τη συμβολή όλων των φορέων της πόλης και της κοινωνίας, γιατί το
Πανεπιστήμιο ανήκει σε όλους και αναφέρεται σε όλους.
Ο Πρύτανης
Οι Αντιπρυτάνεις
Τριαντάφυλλος
Α.Δ. Αλμπάνης
Γεώργιος Δ. Καψάλης
Ισαάκ
Η. Λαγαρής
Βενετσάνος
Γ. Μαυρέας